ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΑΙΤΗΣΗ
1) Της πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία «Σύλλογος Εργαζομένων στις Δ.Ο.Υ. Νομών Αττικής και Κυκλάδων», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Πανεπιστημίου αριθμ. 20, όπως νόμιμα εκπροσωπείται,
2) Χανιώτη Αντωνίου του Ηλία, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
3) Μητσάκου Ουρανίας του Μιχαήλ, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
4) Τσαγκάρη Μαρίας του Ιωάννη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
5) Κολάνη Γεωργίου του Παναγιώτη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
6) Κάτρη Χαράλαμπου του Μιχαήλ, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
7) Μπαλάσκα Παντελή του Γεωργίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
8) Πιέρρου Γεωργίου του Παναγιώτη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
9) Πρόκου Αικατερίνης του Κων/νου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
10) Κουτσούκου Γεωργίου του Παναγιώτη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
11) Σιώζου Χρήστου του Κων/νου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΠΕ Εφοριακών
12) Γουρουνοπάνου Τασούλας του Δημητρίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
13) Καλογερόγιαννη Καλλιόπης του Ιωάννη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
14) Μανωλάκου Γεωργίας του Αλεξάνδρου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
15) Κοντογιάννη Ευθυμίας του Σωτηρίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
16) Κουτσουράκη Σταυρούλας του Αθανασίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
17) Κουφολούκα Δέσποινας του Παναγιώτη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
18) Κορμπά Ασπασίας του Παναγιώτη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
19) Φρατζεσκάκη Ευφροσύνης του Ιωάννη, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
20) Βλάχου Ευτυχίας του Γεωργίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
21) Γεννιτσαρίδη Προδρόμου του Ευσταθίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
22) Καραντώνη Γεωργίου του Ευαγγέλου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Α’
23) Λούτα Μαρίνη του Νικολάου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Γ’
24) Αεράκη Μαρίας του Εμμανουήλ, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών
25) Κανέλλη Παναγούλας του Γεωργίου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Β’
26) Παππά Ιωάννη του Βασιλείου, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, και
27) Δαγτζή Βασιλικής του Μιχαήλ, υπαλλήλου Υπουργείου Οικονομικών, κλάδου ΔΕ Εφοριακών, με βαθμό Β’.
ΚΑΤΑ
Του Υπουργού Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Καραγιώργη Σερβίας αριθ. 10.
ΠΕΡΙ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ
1) Της υπ’ αριθ. πρωτ. Δ2Α 1170034 ΕΞ2011/14-12-2011 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, με θέμα «Προκήρυξη-πρόσκληση υποβολής αιτήσεων και δικαιολογητικών για την επιλογή Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους στις υπηρεσίες Ν. Αττικής (εκτός ΣΔΟΕ)», και
2) Κάθε άλλης συναφούς πράξεως ή παραλείψεως της Διοικήσεως, προ-γενέστερης ή μεταγενέστερης.
Α. ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Το πρώτο των αιτούντων αποτελούμε πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση του Ν.1264/1982, που ιδρύθηκε το έτος 1986, και εκπροσωπούμε το σύνολο των εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) των Νομών Αττικής και Κυκλάδων, στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και στις Κτηματικές και λοιπές Οικονομικές Υπηρεσίες του εν λόγω Υπουργείου στους ανωτέρω Νομούς.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του καταστατικού μας, που έχει νομίμως δημοσιευθεί και καταχωρισθεί στα οικεία βιβλία του Πρωτοδικείου Αθηνών, σκοποί του σωματείου μας είναι, μεταξύ άλλων, και η μελέτη, προστασία, βελτίωση και προαγωγή των οικονομικών, κοινωνικοασφαλιστικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών συμφερόντων και δικαιωμάτων των μελών μας, καθώς και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους.
Οι 2ος-11ος των αιτούντων ανήκουμε στον κλάδο των ΠΕ Εφοριακών υπαλλήλων, υπηρετούμε επί σειρά ετών στο Υπουργείο Οικονομικών, ασκώντας με συνέπεια και ευσυνειδησία τα καθήκοντά μας και σύμφωνα με τις ισχύουσες σήμερα νομοθετικές διατάξεις συγκεντρώνουμε εντός της επόμενης τριετίας τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση.
Τέλος, οι 12η-27η των αιτούντων ανήκουμε άπαντες στον κλάδο ΔΕ Εφοριακών υπαλλήλων. Έχουμε δε πολυετή υπηρεσία στην άσκηση ελεγκτικών καθηκόντων και έχουμε αποκτήσει για τον λόγο αυτό πολύτιμη εμπειρία, πραγματικά χρήσιμη για την ορθή και αποτελεσματική λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Β. ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΜΕΝΗΣ ΠΡΑΞΗΣ
Με το άρ. 4 παρ. 1 του Ν.3943/2011 «Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών» (ΦΕΚ 66/τ.Α’/31-3-2011), προβλέπεται η σύσταση στο Υπουργείο Οικονομικών θέσεων Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους (εφ’ εξής ελεγκτές), ο αριθμός των οποίων, καθώς και η κατανομή ή ανακατανομή των θέσεων αυτών στις υπηρεσιακές μονάδες του Υπουργείου Οικονομικών, θα καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ήδη δε Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, και Οικονομικών.
Επίσης, οι ως άνω θέσεις προκηρύσσονται και καλύπτονται από υπαλλήλους όλων των κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, οι δε υποψήφιοι επιλέγονται από πίνακα επιτυχόντων που καταρτίζει Ειδική Επιτροπή και ισχύει για μία τριετία (άρ. 4 παρ. 2 και 3), ενώ με κοινή υπουργική απόφαση καθορίζονται τα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα που απαιτούνται για την κάλυψη των θέσεων αυτών, τα ποιοτικά και ποσοστικά κριτήρια, οι συντελεστές βαρύτητας των κριτηρίων αυτών, οι προϋποθέσεις, ο τρόπος και η διαδικασία επιλογής κ.λπ. (άρ. 4 παρ. 6).
Κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 4 του Ν.3943/2011, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. πρωτ. Δ2Α 1170034 ΕΞ2011/14-12-2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ήδη δε προσβαλλόμενη δια της παρούσας πράξη, με την οποία προκηρύχθηκε η κάλυψη των θέσεων Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους σε υπηρεσιακές μονάδες του Υπουργείου Οικονομικών, δηλ. στην Κεντρική Υπηρεσία, το Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο Αθηνών, την Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης και σε τριάντα έξι (36) Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες του Νομού Αττικής, θέσεις οι οποίες συστάθηκαν με την υπ’ αριθ. Δ6Α 1153411 ΕΞ2011/9-11-2011 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών (ΦΕΚ 2656/τ.Β’/9-11-2011), εκδοθείσα επίσης με βάση τις ως άνω εξουσιοδοτικές διατάξεις.
Σημειώνεται δε ότι η ανωτέρω προκήρυξη τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθ. Δ2Α 1001744 ΕΞ 2012/30-12-2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τα ειδικότερα σε αυτήν διαλαμβανόμενα θέματα.
Έτσι, με την προσβαλλόμενη απόφαση, προκηρύχθηκε η κάλυψη των θέσεων Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους για τις υπηρεσίες του Ν. Αττικής, εκτός ΣΔΟΕ, όπου, σύμφωνα με το άρ. 4 παρ. 2 και 5 του Ν.3943/2011, δικαίωμα συμμετοχής έχουν όλοι οι υπάλληλοι όλων των κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ, ενώ στερούνται του δικαιώματος συμμετοχής τους οι υπάλληλοι που έχουν τιμωρηθεί ή έχει ασκηθεί και εκκρεμεί σε βάρος τους πειθαρχική δίωξη, για οποιοδήποτε παράπτωμα ή ποινική δίωξη, καθώς και όσοι συμπληρώνουν το όριο ηλικίας ή τον χρόνο υπηρεσίας για συνταξιοδότηση μέσα στην επόμενη τριετία από την ημερομηνία επιλογής.
Επίσης, στην παρ. 3 της προκηρύξεως, προβλέφθηκε ότι ποσοστό 25% των προκηρυσσομένων θέσεων θα καλυφθεί από υπαλλήλους με εμπειρία στα ελεγκτικά καθήκοντα και ως προηγούμενη εμπειρία ορίστηκε η άσκηση ελεγκτικών καθηκόντων για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει συνολικά τα τρία (3) έτη.
Επιπροσθέτως, καθορίστηκε η διαδικασία της εξέτασης των αιτήσεων και της αξιολόγησης των υποψηφίων, η οποία θα γίνει από την Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης και Επιλογής Προσωπικού, που προβλέπεται στις διατάξεις του άρ. 4 παρ. 16 του Ν.3943/2011, τα γνωστικά αντικείμενα της γραπτής συνέντευξης, στην οποία αυτοί θα υποβληθούν, προβλέφθηκε η διεξαγωγή προσωπικής συνέντευξης, το σύνολο των κριτηρίων αξιολόγησης, καθώς και τα δικαιολογητικά, τα οποία θα έπρεπε να συνυποβάλουν οι υποψήφιοι, με την αίτηση επιλογής τους σε θέση ελεγκτή κ.ά.
Τέλος, ορίστηκε ότι επιτυχόντες θα θεωρηθούν οι υποψήφιοι, που θα συγκεντρώσουν συνολική βαθμολογία άνω των τριακοσίων (300) μορίων. Ο πίνακας κατάταξης των ελεγκτών, ανά κατηγορία υποψηφίων (με εμπειρία ή χωρίς εμπειρία), θα ισχύει για μία τριετία από τη δημοσιοποίησή του και οι θέσεις που κενώνονται κατά τη διάρκεια της τριετίας θα καλύπτονται από αυτόν. Η δε αποκλειστική προθεσμία για την κατάθεση των αιτήσεων υποψηφιότητας ορίστηκε σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες, αρχομένη στις 19/12/2011 και λήγουσα στις 10/1/2012.
Έτσι, την ανωτέρω προκήρυξη, ήτοι την υπ’ αριθ. πρωτ. Δ2Α 1170034 ΕΞ2011/14-12-2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθώς και κάθε άλλη συναφή πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως, προγενέστερη ή μεταγενέστερη, προσβάλλουμε επί ακυρώσει παραδεκτώς και βασίμως, δια της παρούσης αιτήσεώς μας, για τους κάτωθι νόμιμους, βάσιμους και αληθείς λόγους:
Γ. ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ
α) Υπέρβαση νομοθετικής εξουσιοδότησης – Παράβαση νόμου – Παράβαση συνταγματικών αρχών ίσης μεταχείρισης και αναλογικότητας
Σύμφωνα με το άρ. 4 του Ν.3943/2011, ορίζεται ότι: «[…] 5. Στις θέσεις Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους δεν επιτρέπεται να υπηρετεί υπάλληλος ο οποίος έχει τιμωρηθεί ή έχει ασκηθεί και εκκρεμεί σε βάρος του πειθαρχική δίωξη για οποιοδήποτε παράπτωμα».
Ακολούθως, με την παρ. 2α της προσβαλλόμενης αποφάσεως, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρ. 4 του Ν.3943/2011, προβλέπεται ότι (επισημάνσεις δικές μας): «… Δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής οι υπάλληλοι που: α) έχουν τιμωρηθεί ή έχει ασκηθεί και εκκρεμεί σε βάρος τους πειθαρχική δίωξη, για οποιοδήποτε παράπτωμα ή ποινική δίωξη (παρ. 5 άρθρου 4 Ν. 3943/2011) ή …».
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η προκήρυξη έχει εκδοθεί κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης, που παρασχέθηκε στην κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν.3943/2011 (εξουσιοδοτικός νόμος). Ωστόσο, ενώ στις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 4 του Ν.3943/2011 προβλέπεται μόνον ο αποκλεισμός συμμετοχής των υπαλλήλων, που έχουν τιμωρηθεί ή έχει ασκηθεί και εκκρεμεί σε βάρος τους πειθαρχική δίωξη για οποιοδήποτε παράπτωμα, στην προσβαλλόμενη προκήρυξη προβλέφθηκε, πέραν της ανωτέρω περίπτωσης, και ο αποκλεισμός των υπαλλήλων που έχει ασκηθεί και εκκρεμεί σε βάρος τους ποινική δίωξη, και μάλιστα χωρίς να εξειδικεύεται σε ποια τυχόν αδικήματα αφορά η ασκηθείσα ποινική δίωξη, συνεπώς δε, η έννοια του όρου αυτού της προκηρύξεως είναι ότι στερείται του δικαιώματος συμμετοχής ο υπάλληλος, εναντίον του οποίου έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, συντρέχει χαρακτηριστική περίπτωση υπέρβασης της νομοθετικής εξουσιοδότησης, κατά τη θέσπιση του συγκεκριμένου κανονιστικού όρου της προκηρύξεως, δηλ. της άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος του υποψηφίου υπαλλήλου ως αρνητικής προϋπόθεσης (κωλύματος) για τη συμμετοχή του στην εν θέματι προκήρυξη. Εξ άλλου, ο αποκλεισμός από την προκήρυξη υπαλλήλου, που εκκρεμεί σε βάρος του ποινική δίωξη για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα, παραβιάζει ευθέως τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, αφού ο περιορισμός αυτός είναι δυσανάλογος προς τον επιδιωκόμενο σκοπό της σχετικής ρύθμισης, καθώς η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος υποψήφιου υπαλλήλου για οποιοδήποτε -ακόμη και ήσσονος σημασίας- αδίκημα (π.χ. διατάραξη κοινής ησυχίας, παραβίαση της υποχρέωσης διατροφής ή επικοινωνίας, παράβαση του Κ.Ο.Κ.) συνεπάγεται τον αποκλεισμό του από την προκήρυξη.
Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη και συνεπώς ακυρωτέα από το Δικαστήριό Σας.
β) Παράβαση νόμου – Παράβαση συνταγματικών αρχών ισότητας και αναλογικότητας
Σύμφωνα με την παρ. 2β της προσβαλλόμενης απόφασης και το άρ. 4 παρ. 5 του Ν.3943/2011, δεν έχει δικαίωμα συμμετοχής στην προκήρυξη για την κάλυψη θέσεων ελεγκτών ο υπάλληλος, ο οποίος συμπληρώνει το όριο ηλικίας ή τον χρόνο υπηρεσίας για συνταξιοδότηση μέσα στην επόμενη τριετία από την ημερομηνία επιλογής.
Πλην όμως, ο περιορισμός αυτός, για όσους συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση σε τρία (3) έτη από την επιλογή τους, είναι αντίθετος με τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, υπό το δεδομένο μάλιστα της τριετούς ισχύος των πινάκων επιτυχόντων, που προβλέπεται στις διατάξεις του νόμου και της προκήρυξης.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την αρχή της ισότητας επιβάλλεται η ομοιόμορφη μεταχείριση εκείνων των προσώπων, που τελούν υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες, όπως και αποκλείεται η αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος). Συνεπώς, η στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής στην προκήρυξη και κατάληψης θέσεως ελεγκτή στον υπάλληλο, που διαθέτει όλα τα προβλεπόμενα προσόντα, που έχουν και οι λοιποί συνάδελφοί του, οι οποίοι όμως συμμετέχουν στην προκήρυξη, για το λόγο ότι θα συνταξιοδοτηθεί σε τρία έτη, τη στιγμή μάλιστα που η ισχύς των πινάκων είναι ακριβώς τριετής και ούτως ή άλλως δεν δύναται κάποιος να παραμείνει στην θέση αυτή πέραν της τριετίας, παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ισότητας, καθώς και της αναλογικότητας, αφού και πάλι με τον όρο αυτό της προκήρυξης θεσπίζεται περιορισμός δυσανάλογος προς τον επιδιωκόμενο σκοπό της ρύθμισης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, το επαχθές μέτρο που επιβάλλεται στο διοικούμενο με τη διοικητική πράξη (εδώ, περιορισμός στο δικαίωμα συμμετοχής του υπαλλήλου στην επίμαχη προκήρυξη) πρέπει να ευρίσκεται σε παραδεκτή αναλογία τόσο προς το εξυπηρετούμενο δημόσιο συμφέρον, όσο και προς το προστατευόμενο ατομικό συμφέρον του διοικουμένου. Η αρχή αυτή κατοχυρώνεται πλέον in verbis στο άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ’ του Συντάγματος και αποτελεί απόρροια της αρχής του Κράτους Δικαίου, συνιστά δε γενική αρχή του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου, αναλυόμενη στις επιμέρους αρχές της προσφορότητας, της αναγκαιότητας και της εν στενή εννοία αναλογικότητας.
Η συνταγματική αυτή αρχή έχει και νομολογιακά προσδιορισθεί ως εξής: «[…] Ενόψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, οι επιβαλλόμενοι από το νόμο περιορισμοί πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από αυτόν σκοπό δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογοι σε σχέση με αυτόν. Μία νομοθετική ρύθμιση προσκρούει στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, όταν είναι κατά κοινή αντίληψη προφανές ότι ο επιβαλλόμενος με αυτή περιορισμός είναι απρόσφορος για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από το νόμο σκοπού ή δεν είναι αναγκαίος, ως εκ τούτου υπερακοντίζει τον σκοπό αυτόν ή ευρίσκεται σε σχέση δυσαναλογίας μέσου και σκοπού.» (ΣτΕ 2110/2003, 1006/2002 κ.ά.).
Στην υπό κρίση περίπτωση, το δημόσιο συμφέρον έγκειται στην ανάγκη στελέχωσης των θέσεων ελεγκτών που προκηρύσσονται από υπαλλήλους που θα συμβάλλουν κατά μεγάλο ποσοστό στην επίτευξη των δημοσίων εσόδων, βάσει των προσόντων τους, των ικανοτήτων τους και της εμπειρίας τους. Επομένως, ο αποκλεισμός από την προκήρυξη εκείνων των υπαλλήλων, οι οποίοι διαθέτουν όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, για το λόγο και μόνο ότι σε μία τριετία θα συνταξιοδοτηθούν, ενώ και η ισχύς των πινάκων που θα καταρτιστούν είναι ήδη τριετής -μάλιστα δε προβλέπεται ότι εάν κενώνεται μία θέση κατά τη διάρκεια της τριετίας θα καλύπτεται από τον πίνακα αυτόν (παρ. 11 της προσβαλλόμενης ΥΑ), συνεπώς γίνεται αποδεκτή διάρκεια υπηρεσίας στη θέση ελεγκτή και για χρονικό διάστημα μικρότερο της τριετίας- περιορίζει την άσκηση των συνταγματικώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων μας και σε κάθε περίπτωση δεν αποτελεί πρόσφορο και αναγκαίο μέσο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.
Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη απόφαση παρίσταται και για το λόγο αυτό ως μη νόμιμη παράνομη και ως εκ τούτου ακυρωτέα από το Δικαστήριό Σας.
γ) Παράβαση νόμου – Παράβαση συνταγματικών αρχών ισότητας και αναλογικότητας
Σύμφωνα με το άρ. 4 παρ. 2 του Ν.3943/2011, ορίζεται ότι (επισημάνσεις δικές μας): «Εξαιρετικά, κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, με την προκήρυξη μπορεί να προβλέπεται ότι ποσοστό θέσεων που δεν υπερβαίνει το 5% του συνολικού τους αριθμού μπορεί να καλύπτεται από υπαλλήλους κατηγορίας ΔΕ …».
Πλην όμως, στην προσβαλλόμενη προκήρυξη αποκλείονται εντελώς οι υπάλληλοι κατηγορίας ΔΕ από το δικαίωμα συμμετοχής σε αυτήν, καθώς ρητώς προβλέπεται στην παρ. 2 αυτής ότι «Δικαίωμα συμμετοχής έχουν οι υπάλληλοι όλων των κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ».
Ο συλλήβδην, όμως, αποκλεισμός μίας ολόκληρης κατηγορίας υπαλλήλων, αυτής της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), από τη δυνατότητα συμμετοχής στην προκήρυξη των θέσεων Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους για τις υπηρεσίες του Ν. Αττικής, εκτός ΣΔΟΕ, τη στιγμή μάλιστα που στον εφοριακό κλάδο, οι υπάλληλοι ΔΕ Εφοριακοί αποτελούν το 36% του κλάδου, ενώ οι ελεγκτές κατηγορίας Δ.Ε. αποτελούν το 25-30% του συνολικού αριθμού ελεγκτών -πολλοί δε εξ αυτών διαθέτουν τεράστια εμπειρία στην άσκηση ελεγκτικών καθηκόντων, καθώς υπηρετούν σε τέτοιες θέσεις επί σειρά ετών- έρχεται σαφώς σε ευθεία αντίθεση με τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, όπως αυτές διεξοδικώς αναπτύχθηκαν και ανωτέρω, καθώς και με τις απορρέουσες από την αρχή της ισότητας, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, αρχές της ελεύθερης πρόσβασης, εξέλιξης και σταδιοδρομίας κάθε υπαλλήλου στις δημόσιες υπηρεσίες, κατά το λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας.
Συγκεκριμένα, κατά τη θεσπιζόμενη στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της ισότητας, τόσο ο κοινός νομοθέτης, όσο και η κατ’ εξουσιοδότηση θεσμοθετούσα Διοίκηση μπορούν να ρυθμίσουν με ενιαίο ή με διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες πραγματικές ή προσωπικές καταστάσεις ή σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές και επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες που συνδέονται με τις καταστάσεις ή τις σχέσεις αυτές και στηριζόμενες σε γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, βρισκόμενα σε συνάφεια με το αντικείμενο της ρύθμισης για το οποίο εκάστοτε πρόκειται. Πρέπει δε, κατά την επιλογή των διαφόρων τρόπων ρυθμίσεως, να κινούνται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας, τα οποία αποκλείουν τόσο την εκδήλως άνιση μεταχείριση, όσο και την αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων ή την ενιαία μεταχείριση προσώπων που βρίσκονται κάτω από διαφορετικές συνθήκες με βάση όλως τυπικά, συμπτωματικά ή άσχετα μεταξύ τους κριτήρια.
Επειδή, τόσο ο νομοθέτης, όσο και η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση δεσμεύονται από την αρχή της ισότητας με το ως άνω περιεχόμενο, σε περίπτωση που γίνει, με νομοθετική ρύθμιση ή με διοικητική πράξη, ειδική ρύθμιση για ορισμένη κατηγορία προσώπων και υπάρξει ειδική μεταχείριση ορισμένων προσώπων έναντι άλλων, που τελούν στις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Η παράβαση δε της ανωτέρω συνταγματικής αρχής ελέγχεται από τα δικαστήρια εντός του κύκλου της δικαιοδοσίας τους.
Στην υπό κρίση περίπτωση, τόσο ο νομοθέτης, όσο και η κατά νομοθετική εξουσιοδότηση δρώσα διοίκηση, αποκλείοντας μία ολόκληρη κατηγορία υπαλλήλων, χωρίς να αξιολογήσει την υπηρεσιακή τους πορεία στο Υπουργείο Οικονομικών, την εμπειρία τους, το επίπεδο των γνώσεων που έχουν κατακτήσει μέσα από την πολυετή υπηρεσία τους, ενεργούν αυθαίρετα και δεν διασφαλίζουν, κατά τον τρόπο αυτό, την ίση μεταχείριση αυτών των υπαλλήλων σε σχέση με τους υπόλοιπους υπαλλήλους της υπηρεσίας, κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ, παραλείποντας την προηγούμενη συγκριτική αξιολόγηση των προσόντων τους με αντικειμενικά κριτήρια.
Περαιτέρω, είναι προφανές ότι ο ανωτέρω αποκλεισμός αντίκειται και προς την συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας. Και τούτο διότι σκοπός του νομοθέτη, με βάση και την αιτιολογική έκθεση του Ν. 3943/2011, είναι η δημιουργία «υψηλού επιπέδου ελεγκτικού και εισπρακτικού δυναμικού που θα στελεχώνει τις οργανικές μονάδες του Υπουργείου Οικονομικών». Ο αποκλεισμός λοιπόν όλων των υπαλλήλων, κατηγορίας ΔΕ, εξαιτίας της μη κατοχής τους τίτλου σπουδών από Τεχνολογικό ή Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Τ.Ε.Ι. & Α.Ε.Ι.) και μόνον, ενώ συγκεντρώνουν όλες τις λοιπές προϋποθέσεις και με δεδομένο ότι η πολυετής εμπειρία τους, δια της ασκήσεως ελεγκτικών καθηκόντων στην πράξη επί σειρά ετών, τους έχει οδηγήσει στη κατάκτηση ενός πολύ υψηλού επιπέδου γνώσεων, αποτελεί σαφώς μη αναγκαίο περιορισμό, ευρισκόμενο σε σαφή δυσαναλογία με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Αξίζει δε να ληφθεί υπόψη ότι η κάλυψη ποσοστού μόλις 5% εκ των θέσεων αυτών από υπαλλήλους, κατηγορίας ΔΕ, επ’ ουδενί δεν θα ματαίωνε ή θα έθετε σε διακινδύνευση την επίτευξη του προαναφερόμενου σκοπού του νομοθέτη και της διοικήσεως.
Επειδή η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει ευθέως την αρχή της ισότητας, κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς και στην αρχή της αναλογικότητας, ενώ στερείται και νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, ως προς τη συνδρομή της αρνητικής προϋπόθεσης, της έλλειψης ποινικής δίωξης σε βάρος του υπαλλήλου, όπως αναλυτικώς αναπτύχθηκαν ανωτέρω.
Επειδή συντρέχει νόμιμη περίπτωση ακύρωσης της προσβαλλομένης, ως ευθέως αντικείμενης στον νόμο και στο Σύνταγμα.
Επειδή με πρόδηλο έννομο συμφέρον, και εν γένει παραδεκτώς, ασκούμε την παρούσα αίτηση ακυρώσεως.
Επειδή η παρούσα αίτησή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
με τη ρητή επιφύλαξη όσων λόγων ακυρώσεως
προτιθέμεθα να προσθέσουμε στο μέλλον
ΑΙΤΟΥΜΕΘΑ
- Να γίνει δεκτή η παρούσα αίτησή μας.
- Να ακυρωθούν η υπ’ αριθ. πρωτ. Δ2Α 1170034 ΕΞ2011/14-12-2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με θέμα «Προκήρυξη-πρόσκληση υποβολής αιτήσεων και δικαιολογητικών για την επιλογή Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους στις υπηρεσίες Ν. Αττικής (εκτός ΣΔΟΕ)», καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως, προγενέστερη ή μεταγενέστερη.
- Να καταδικαστεί το Ελληνικό Δημόσιο στη δικαστική μας δαπάνη και την αμοιβή της πληρεξουσίας μας Δικηγόρου.
Αθήνα, 10/2/2012
Η πληρεξουσία Δικηγόρος